Δρ. Νίκος Παναγιωτίδης: Διευθυντής ΓΕΩΠΑΜΕ
Η επέμβαση της Τουρκίας στην Κύπρο στις 20 Ιουλίου 1974 δεν ήταν μία αυτόνομη και σπασμωδική αντίδραση στο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου, αλλά ούτε και το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου ήταν μία αυτόνομη και σπασμωδική ενέργεια της χούντας για να ξεφορτωθεί τον Μακάριο. Ήταν και τα δύο όψεις του ιδίου νομίσματος με σκοπό την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την εμπέδωση συνθηκών ηγεμονικού ελέγχου στο νησί από Νατοϊκές δυνάμεις. Μαέστρος αυτού του σχεδίου ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Χένρι Κίσσινγκερ. Φυσικά το σχέδιο δεν εξελίχθηκε ακριβώς όπως θα ήθελαν αυτοί που είχαν συμμετοχή στην υλοποίηση του από ελληνικής πλευράς.Όπως και να χει, στη διεθνή πολιτική – και δη εκεί που γίνονται ακροβατισμοί στην εξωτερική πολιτική ενός διεθνώς απομονωμένου κράτους- είναι πολύ δυνατόν οι συνέπειες των πράξεων των πολιτικών δρώντων να ξεφύγουν από αυτό που αρχικά επιδίωκαν.
Σαράντα δύο χρόνια μετά την τραγωδία, όμως, οι ψηφίδες του παζλ έχουν συμπληρωθεί και μπορούμε να δούμε την εικόνα με νηφαλιότητα, ωριμότητα σκέψης και χωρίς συναισθηματισμούς. Ο δικτάτορας Ιωαννίδης σε συνάντησή του στις 27 Ιουνίου του 1974 με εκπροσώπους της αμερικανικής κυβέρνησης τους ανακοίνωσε τα σχέδιά του για ανατροπή του Μακαρίου. Φέρεται μάλιστα να συναντήθηκε με τον αρχηγό της CIA στην Αθήνα, Πήτερ Κορομηλά. Είναι γεγονός πως ο Ιωαννίδης διατηρούσε άριστες σχέσεις με τους επιτελείς της CIA πριν την επιβολή της δικτατορίας στην Ελλάδα τον Απρίλιο του Ι967. Διάφοροι πράκτορες όπως ο ελληνοαμερικανός Γκαστ Αβρακώτος γυρόφερναν στα γραφεία του Ιωαννίδη έχοντας συνεχή επαφή μαζί του και συχνές συζητήσεις για τα ελληνοτουρκικά.
Αυτοί ή αυτός που συναντήθηκαν μαζί του δεν τον απέτρεψαν και συναίνεσαν στην εκτέλεση του πραξικοπήματος υποσχόμενοι ότι η Τουρκία δεν θα επέμβει ή – σύμφωνα με μια άλλη ερμηνεία- ότι αν η Τουρκία επενέβαινε θα περιόριζε σε λογικά πλαίσια τις αντιδράσεις της και συνεπώς το ποσοστό του εδάφους που θα καταλάμβανε. Ο δικτάτορας προέβη στο πραξικόπημα πιστεύοντας ότι θα πετύχαινε τον στόχο του και θα έμπαινε στο πάνθεον των μεγάλων Ελλήνων ηγετών ως ο άνδρας που ένωσε την Κύπρο με την Ελλάδα. Το ότι η μορφή που θα έπαιρνε η ένωση ήταν αυτό της διπλής ένωσης δεν φαίνεται να πτοούσε τον Ιωαννίδη.
Αυτό που έχει σημασία πάντως είναι ότι ο Κίσσινγκερ και οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες πίστευαν ότι το πραξικόπημα ήταν μια χρυσή ευκαιρία να απαλλαγούν από τον Μακάριο και να εδραιώσουν γερά την παρουσία δύο Νατοϊκών συμμάχων στην Κύπρο, της Ελλάδας και της Τουρκίας.Πίστευαν ότι με αυτό τον τρόπο θα εξοβέλιζαν το ενδεχόμενο αύξησης της σοβιετικής επιρροής στο νησί.
Η είκονα για την προδοσία ενισχύεται από διάφορες μαρτυρίες για την ολιγωρία που επέδειξε η εθνοφρουρά τον επίμαχο χρόνο λίγο πριν αλλά και κατά την διάρκεια της εισβολής. Μια από αυτές τις μαρτυρίες είναι του απόστρατου συνταγματάρχη Νίκου Νικολούδη, ο οποίος τις κρίσιμες ώρες υπηρετούσε στο 3ο Επιτελικό Γραφείο του ΓΕΕΦ. Οπως εξιστορεί, στις 19 Ιουλίου αξιόλογος πληροφοριοδότης διαβίβασε την πληροφορία ότι επίκειται εισβολή την επομένη. Ωστόσο, η χουντική ηγεσία στην Αθήνα διαβεβαίωναν ότι η κινητοποίηση του τουρκικού στόλου αποτελεί άσκηση!
Πυρηνικός ανταγωνισμός
Πρέπει να σημειωθεί ότι ο ψυχροπολεμικός πυρηνικός ανταγωνισμός μεταξύ ΗΠΑ και ΕΣΣΔ διαδραμάτισε πολύ σημαντικό ρόλο στην κυπριακή τραγωδία, καθώς η πρόσβαση στις πληροφορίες που συνέλεγαν οι βρετανικές βάσεις στην Κύπρο- και τα κατασκοπευτικά συστήματα- διασυνδεόταν με τη δυνατότητα της Δύσης να παρακολουθεί τις σοβιετικές δραστηριότητες. Και συνεπώς να διατηρεί την πυρηνική της υπεροχή επί των Σοβιετικών με τη δυνατότητα πρώτου πυρηνικού πλήγματος (first strike capability) και αποτροπής ενός τέτοιου πλήγματος από σοβιετικής πλευράς. Στην Κύπρο υπήρχαν προηγμένα κατασκοπευτικά συστήματα OTH (είδος ραντάρ) με εμβέλεια πέραν του ορίζοντα (Over The Horizon), που ήταν εντεταλμένα για την παρακολούθηση των σοβιετικών πυρηνικών δυνάμεων και δοκιμών.
Μετά τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του Γιομ Κιπούρ τον Οκτώβριο του 1973 η εμπιστοσύνη ΗΠΑ και Βρετανίας κλονίστηκε όταν η τελευταία αρνήθηκε τη χρήση των βρετανικών βάσεων στους Αμερικανούς για ανεφοδιασμό των Ισραηλινών. Τόσο σημαντικές θεωρούνται για τους Αμερικανούς οι κυπριακές κατασκοπευτικές βάσεις, που όταν άρχισαν οι εχθροπραξίες τον Ιούλιο του 1974 σκέφτηκαν να αποβιβάσουν στρατεύματα για την προστασία τους. Στις 20 Ιουλίου ο δικτάτορας αναφώνησε το γνωστό «Με εξαπατήσατε, θα κηρύξω πόλεμο εναντίον της Τουρκίας». Ήταν όμως αργά. Η αντίστροφη μέτρηση για την καταστροφή της Κύπρου είχε αρχίσει.
Η αμερικανική στρατηγική
Η αμερικανική ψυχροπολεμική-περιφερειακή στρατηγική και τα αθέμιτα μέσα για την υλοποίησή της δεν χρησιμοποιήθηκαν μόνο στην Κύπρο. Οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες είχαν εμπλοκή στο πραξικόπημα Μαρτίου του 1949 στη Συρία όταν ο στρατηγός Ζαΐμ ανέτρεψε την κυβέρνηση του Σούκρι αλ Κουβάτλι. Το 1953 ένα αμερικανοβρετανικό πραξικόπημα στο Ιράν θα ανέτρεπε τον πρωθυπουργό Μοσαντέκ και θα επανέφερε τον Σάχη στην εξουσία. Επιπλέον, κατά την περίοδο 1970-73 οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες σε μια ευρύτερη προσπάθεια αποσταθεροποίησης βοήθησαν τις αντικυβερνητικές δυνάμεις να ανατρέψουν την κυβέρνηση του Αλιέντε στη Χιλή. Ο Χένρι Κίσσινγκερ είχε πει τότε: «Δεν βλέπω γιατί πρέπει να καθίσουμε να βλέπουμε μια χώρα να γίνεται κομμουνιστική όταν γι΄ αυτό ευθύνεται η ανευθυνότητα της κοινωνίας της».
Δίδαγμα; Μόνο η ενότητα στόχων και η ενότητα λαού και ηγεσίας μπορεί να αποφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα για ένα λαό. Ειδάλλως, το αποτέλεσμα είναι η εξυπηρέτηση επιδιώξεων τρίτων δυνάμεων, που όπως καταδεικνύει η περίπτωση της Κύπρου δεν κόπτονται για τα ανθρώπινα δικαιώματα μικρών και αδύνατων κρατών.