Σελίδες

Tuesday, 2 August 2016

Η Ζωδιάτικη Γή

Άρθρο του ιστολογίου μας για την Εφημερίδα Ζωδιάτικα Νέα.

* Για την συγγραφή του άρθρου έχει χρησιμοποιηθει υλικό και φωτογραφίες απο πηγές όπως αναφέρονται στην Βιβλιογραφία. Επειδή έχουμε παρατηρήσει το φαινόμενο αντιγραφής και χρήσης των άρθρων μας να αναφέρουμε ότι τα άρθρα είναι για τουσ αναγνώστες του ιστολογίου μας.  Όσοι απο τους αναγνώστες μας επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν υλικό ή φωτογραφίεςα πο το άρθρο παρακαλώ να γίνεται αναφορά στο ιστολόγιο μας και στις πηγές αναφορας. 


Η Ζώδια δεν ήταν πάντα “πλούσια” γη. Η  Γή χωρίς νερό, οι χείμαρροι και το ξερικό τοπίο της περιοχής αρκούσαν μόνο για  ξερές άνυδρες καλλιέργειες. Το νερό, ειδικά το καλοκαίρι, ήταν λιγοστό και πολύ σπάνια διαθέσιμο στα σημεία όπου καλλιεργούσαν οι Ζωδιάτες τα μποστάνια τους.  Η εξεύρεση νερού αρχικά με την μέθοδο των λαγουμιών το 1930 και σταδιακά με τις γεωτρήσεις, γύρω στο 1950 βοήθησαν αρκετά στον εμπλουτισμό του υπεδάφους και στην καλλιέργεια νέων ντόπιων προϊόντων.  Οι Ζωδιάτες εκμεταλλεύονται την παροχή του νερού και με παράδοση στην γεωργία και με φροντίδα θα αρχίσουν την αγροτική καλλιέργεια και εμπορία ποικιλιών καρπουζιών, πεπονιών, εσπεριδοειδή και άλλων ντόπιων προϊόντων που ουσιαστικά θα σηματοδοτεί την απαρχή της ανάπτυξης του καταπράσινου Ζωδιάτικου κάμπου και της περιοχής.


Τα Ζωδιάτικα καρπούζια και  πεπόνια


Τα καρπούζια και τα πεπόνια είναι τα κατεξοχήν φρούτα  του καλοκαιριού και πάντα διεκδικούν έτσι εποχή μια θέση στο πιάτο μας. Είναι ιδανικά για τη διατροφή και το αδυνάτισμά μας, καθώς πέρα από δροσερά και ελαφριά  έχουν ελάχιστες θερμίδες και είναι ιδιαίτερα λαχταριστά με το Κυπριακό χαλλούμι.  



Οι ποικιλίες καρπουζιών και τα πεπονιών της Ζώδιας ήταν γνωστά  στην Κύπρο. Ιδιαίτερα τα κοτσίννια ήταν ξακουστά και εξαίρετα σε γεύση και γλυκάδα (ζαχαρένια) και φημίζονταν για την νοστιμιά τους, το σχήμα τους, την αφή τους και το χρώμα τους.  Όσοι θυμούνται τον παππού τους θα τους έλεγε χαρακτηριστικά "την τάδε εποχή έβαλα τόσες σκάλες κοτσίηνια στο χωράφι στην έξω γη  τζιαί εγιώρκισε - έδωκα τα τόσα σελίνια την οκκά, μετά το έβαλα καρρότες έφκαλα τόσους τόνους επήαν τόσα την οκκα...."

Ο λόγος ήταν το νερό, το εύφορο έδαφος, η γόνιμη γη, και η ποικιλία.  Η Ζώδια ήταν μια εύφορη πεδιάδα κατάφυτη απο περβόλια. O κάμπος της Ζώδιας ήταν πριν την εισβολή ένας μικρός παράδεισος και είχε μια πληθωρική μυρωδιά και μια εξαιτερική ομορφιά ως τόπος καλιέργειας. 

Το μποστάνι είναι το χωράφι που είναι φυτεμένο με καρπούζια, με πεπόνια ή με λαχανικά. Αρχικά φυτεύονταν τα καρπούζια, οι πατησιές, τα μαύρα και μετά οι πατσάλες. Αργότερα φυτεύονταν κοτζίηνια και τα πεπόνια. Τα κοτζίηνια ήταν ένα είδος πεπονιού με λεία επιφάνεια και σκούρο-πράσινη τραχιά φλούδα.  Άλλα είδη πεπονιών ήταν οι ανανάδες, τα Καλιφορνέζικα, τα ισπανικά (αργείτικα), τα κίτρινα και άσπρα καναρίνια. Ενδιάμεσα φύτευαν λουβιά, ντομάτες, αγγούρια, μαρταγγούρες, ατζιούρκα (φακούσια άσπρα ή μαύρα, παρόμοια με τα αγγούρια αλλά με οριζόντιες ραβδώσεις) κολότζια και άλλα είδη.




 

Πεπόνια του κάμπου της Μόρφου
Από αριστερά προς δεξιά: Τα Ισπανικά, τα άσπρα καναρίνια, τα κίτρινα καναρίνια και τα καλιφορνέζικα

Το φύτεμα του μποστανιού γινόταν μέσα του Απρίλη αφού  γινόταν όλοι η προεργασία που απαιτείτο για την καλλιέργεια και την προετοιμασία του χωραφιού έτσι ώστε το χωράφι να είναι έτοιμο για την σπορά, δηλαδή το πότισμα, το κόπρισμα , όργωμα. Με την δυνατή βροχή και τον ήλιο του Μαϊου υπήρχε ο κίνδυνος τα μποστάνια να "κολοτζιάσουν" να μην μπορέσει δηλαδή ο σπόρος να  φυτρώσει λόγω τις σκλήρυνσης της "τσίππας" τις επιφάνειας του εδάφους. Μετά το βλάστημα  και καθώς τα φυτά μεγάλωναν έπρεπε να "τζιημίσουν" το μποστάνι να δώσουν στο φυτά την κατεύθυνση του ανέμου και έτσι να είναι  και  όλα τα φυτά σε μια κατεύθυνση για να  γίνεται πιο καλά η ανάπτυξη του μποστανιού  και η συγκομιδή να γίνεται πιο εύκολα. Μόνο τότε και εφόσον τελείωναν με το "τσιήμισμα" του μποστανιού το μποστάνι ποτιζόταν με νερό.  Το νερό όπως θα δούμε και πιο κάτω, προερχόταν από τις τοποθεσίρε “Ναός|Aγγουλος|Μαραθάσσα”. Γύρω στο 1950 θα γίνουν οι πρώτες διατρήσεις που θα σημάνουν την απαρχή της ανάπτυξης της περιοχής.

Το καρπούζι θέλει νερό. Τα καρπούζια της κοκκόνας που έβρισκες στο Συριανοχώρι Μόρφου, στη Ζώδια, στα Καζιβερά, στην Ελιά ήταν μεγάλα γιατί είναι αμματισμένα πάνω στις κολοτζιές, δεν αρρωστούσαν εύκολα και προέρχονταν απο πναστά χωράφια (από χωράφια που είχαν χρόνια να φυτευτούν με καρπούζι). Αν δεν υπάρχει νερό  η παττίχα για να γίνει νόρμα της κολοτζιάς πρέπει να ωριμάσει πάνω στην παττισιά, τη μάνα της. Αν την κόψεις άγουρη, είναι κόκκινη αλλά δεν έχει γεύση, μυρίζει κολότζι, είναι μαραμένη. Το καρπούζι της κοκκόνας ξεχωρίζει από τον νούρο - αν είναι λεπτός εν της κοκκόνας, αν είναι χοντρός εν της κολοτζιάς. Τις κόβεις τη μια μέρα, τις βάζεις στο αυτοκίνητο και την άλλη μέρα ο νούρος εν ξερός, ξεραίνεται από τον καύσωνα, γιατί είναι λεπτός.

 Από το φύτεμα μέχρι να μεγαλώσουν τα καρπούζια και να ωριμάσουν χρειάζονταν να περάσουν περίπου 2 μήνες δηλαδή μέχρι τον Αύγουστο που ήταν η εποχή της συγκομιδής “που ήτουν να πογγουρίσουμεν” όπως έλεγαν οι παλιοί. Τα καρπούζια και τα πεπόνια μαζεύονταν σε μεγάλους σορούς εντός του μποστανιού και μετά μεταφέρονταν στα συσκευαστήρια αρχικά με ζώα και αργότερα με τρακτέρ ή φορτηγά.
 Μετά το “τζιήμισμα” του μποστανιού και από την ημέρα που το μποστάνι άρχιζε να “πορίφκη” (να καρποφορεί) τον καρπό του, άρχιζε και το φύλαγμα. Τα μποστάνια των περισσότερων ήταν μακριά από το χωριό και γι’ αυτό μέλημα τους ήταν η κατασκεύη της καλύφης για διανυκτέρευαν στα μποστάνια τους καθόλη  την διάρκεια του καλοκαιριού και μέχρι το πογκούρισμα (το ξήλωμα ) του μποστανιού. Η κατασκευή μιας πρόχειρα κατασκευασμένης καλύβας με παλιά βολίτζια, παλλούρες και ποκαλάμες και που δίπλα φύτευαν την  νεροκολοτσιά για να φτιάξουν αφού τα αποξήραναν καλά τα πλουμιστά κρασοκόλοκα.
Ήταν αναγκαία η παρουσία των στα μποστάνια για να φοβίζουν τα πετεινά  και ιδίως των κατσικόρονων, των ορτύκια και των περδικιών που προξενούσαν μεγάλες καταστροφές στα καρπούζια ιδίως όταν ήταν τρυφερά κατά την διάρκεια τις ωρίμανσης αλλά κυρίως για να αποφύγουν τις κλοπές.
Για να φοβίζουν επίσης τα πετεινά τοποθετούσαν  σκιάχτρα (φλάμπουρα) φτιαγμένα με παλιόρουχα γεμισμένα με άχυρο και που για να τα στερεώσουν  τα  σταύρωνα κυριολεκτικά τοποθετώντας  τα  σε διάφορα μέρη του μποστανιού.


Έτσι τζιαιρόν στα ποστάνια
Ο συγχωριανός μας Βασίλης Χαραλάμπους μας περιγράφει χαρακτηριστικά: 

“Τον τζιαιρόν π’ αρκέφκαν τζι εψήννουνταν οι παττίσιες, οι ανανάες, τα ισπανικά τζιαι τα κοτσίννια στο χωρκόν μας, εκάμναμεν τες καλύφες μες στα ποστάννια.  Μέσ’ τα μέσα του Ιούνη αρκέφκαν οι καλύφες τζι επααίννασιν ως τον Άουστον που ήταν να «πογγουρίσουμεν», δηλαδή που ήταν να φύουν τζιαι τα τελευταία «πόγγουρα», τζιείνα δηλαδή που εν ετρώουνταν.  Για να κάμουμεν τες καλύφες εμπήαμεν τέσσερεις στύλλους μέσ’ το χώμαν τζι έδήνναμεν τέσσερα ξύλα γυρόν-γυρόν τζι έναν ξύλον μέσ’ την μέσην.  Που πάνω εβάλλαμεν τα «κλάουρα», κλαδκιά δηλαδή για να κρατίζει σσιός.  Αθθυμούμαι που βάλλαμεν κλαδκιά που τες τριμιθκιές που κάμνασιν σσιός πασιύν.




Οι καλύφες: Τες καλύφες εκάμναμεν τες, γιατί είσιεν που εκλέφτασιν τες παττίσιες τζιαι τα κοτσίννια.  Για να τζιοιμούμαστιν εβάλλαμεν τριστέλλια τζιαι ξύλα τζιαι που πάνω έναν πάπλωμαν.  Λλίον πριν να φύουμεν είσιεν που επαίρνασιν τζιείνα τα κρεβάθκια τα μαύρα τα σιερένα.  Όπως είπαμεν έπρεπεν να μείνουμεν ως τον Άουστον που ήτουν να πογγουρίσουμεν”





Τα κοτσίννια τζιαι τα πετσέθκια: Στο χωρκόν μας παλλιά εκτός που τες παττίσιες, τους ανανάες, τα ισπανικά εβάλλαμεν τζιαι τα κοτσίννια τζιαι τα πετσέθκια.  Τα κοτσίννια τζιαι τα πετσέθκια εγινίσκουνταν μιάλα όπως τες παττίσιες.  Τα κοτσίννια τζιαι τα πετσέθκια είχαν περίπου την ίδιαν γεύσιν.  Τα πετσέθκια ελαλούσαν τα έτσι, γιατί το πετσίν τους ήταν χνουδωτόν τζιαι πρασινούιν.  Να πούμεν ότι τα ισπανικά τζιαι οι ανανάες ύστερα εδειχτήκασιν στην Ζώθκιαν.
Φακούσια τζιαι γλυκοκόκκονα: Τα γλυκοκόκκονα ήτουν όπως τα φακούσια, αλλά η γεύση τους ήτουν λλίον πιο γλυτζειά.  Τα γλυκοκόκκονα ήτουν μιτσόττερα τζιαι πιο πασιά.

Εσπεριδοειδή

Τα  εσπερειδοειδή όπως τα λεμόνια, τα πορτοκάλια (βαλέτσια) και τα μανταρίνια (κλεμεντίνες) αποτελούσαν επίσης μερικά από τα κύρια προϊόντα της Ζώδιας μαζί με τα καρπούζια, τα πεπόνια κ.α. Είναι γνωστό ότι οι Ζώδιες και γενικά η περιοχή της Μόρφου φημίζονταν για την παραγωγή εσπεριδοειδών λόγο του πλούσιου υπερεδάφους της περιοχής και των νερών. Προϊόντα όπως πορτοκάλια, λεμόνια, γρεϊπφρουτ, καρπούζια, πεπόνια είναι Ζωδιάτικα και καλλιεργούνταν στα μποστάνια μέχρι και σήμερα αφού τα μποστάνια μας διατηρούνται και εκμεταλλεύονται από τους έποικους.. 

Τα εσπεριδοειδή είναι ιδανικά για κατανάλωση, για χυμό, γλυκό, μαρμελάδα, λικέρ, σιρόπι και στην μαγειρική. 

Γή χωρίς νερό, άνυδρη γη: Οι ξηροκαλλιέργειες

Οι πρώτες καλιέργεις όμως στην Ζώδια οι ξηροκαλιέργεις, δηλαδή  το σιτάρι, το κριθάρι, το λινάρι, η αρτισιά,το βαμβάκι, οι πατάτες, τα κουκκία και τα φαασόλια.
Η βροχόπτωση ήταν η χαμηλότερη απο όλες τις περιοχές της Κύπρου. Γι ’ αυτό και οι Ζωδιάτες, ήταν υποχρεωμένοι να ασχολούνται με την ξηροκαλλιέργεια (ξηρικές καλιέργιες με λίγο πότισμα) την καλιέργεια  των προϊόντων που αρκούνταν με τα νερά της βροχής του χειμώνα και κανένα-δυο ποτίσματα από το νερό του ποταμού ή από τα τρεξιμιά νερά της Περιστερώνας. Η σπορά γινότανε μεταξύ Νοεμβρίου/Δεκεμβρίου και η προετοιμασία άρχιζε από νωρίς. 



Οι αγροτικές καλλιέργειες ήταν μια σημαντική ασχολία στην Ζώδια και σημαντική πηγή εισοδήματος καθότι αρκετά άτομα απασχολούνταν στις γεωργικές εργασίες όπως το θέρος, το αλώνισμα, την συγκομιδή. Τα ημερομίσθια ήταν 2.5 γρόσια  εώς 2 σελίνια ανάλογα την ηλικία το φύλο και την εργασία.  Η ανάμιξη των παιδιών στις γεωργικές καιάλλες εργασίες ήταν συνήθες φαινόμενο. 

Για να μπορεί η Ζώδια να έχει μεγάλο μερος της αρδρεύσιμο, υπάρχει μια προϊστορία και ένας αγώνας για την εξεύρεση του νερού. Οι απέραντες εκτάσεις της Ζωδιάτικης γής είχαν σημαντικές ποσότητες προϊόντων αρχικά πατάτες, φασόλια, δημητριακά και στην συνέχεια πεπόνια, καρπούζια καρρότα με αποκορύφομα τις μεγάλες δεντροκαλλιέργειες εσπεριδοειδών από την δεκαετία του 1950 και μετά. 

Η ιστορία ανεύρεσης νερού στην Ζώδια.

Η έλλειψη τρεχάτων νερών, οι περίοδοι ανομβρίας  επιδείνοναν την κατάσταση αφού δεν παρείχε την δυνατότητα στους κατολικους τους περισσότερους μήνες, ιδιαίτερα όμως την καλοκαιρινή περίόδο να ασχοληθούν ή να επεκταθουν σε αγροτικές καλλιέργιες για να βελτιώσουν το βιωτικό τους επίπεδο.  Οι συνθήκες ήταν αντίξοες και τα γεωργικά μέσα ήταν θέμα πολυτελείας για την εποχή. Μέσα σε αυτές τις αντίξοες συνθήκες και αυτά τα δεδομένα οι Ζωδιάτες αγωνίζονταν για επιβίωση.

Ακόμα και στα νοικοκυριά πόσιμο νερό δεν υπήρχε και κάθε σπίτι διέθετε λάκκο βάθους  20 ορκιές (περίπου εβδομήντα ποδιών). Έπρεπε να σέρνουνε με το αλακάτι τον κάδο για να αντλήσουμε νερό για την πόση και γενικά για τις ανάγκες της οικογένειας. 

Οι καλιέργιες στην Ζώδια ήταν βάση της ροής του νερού απο τους ποταμούς. Η Κάτω Ζώδια βρίσκεται μεταξύ 2 χείμαρρων, στα ανατολικά της είναι ο Κομήτης ή Κοθκκουρίδης και δυτικά της το Ποτάμι. Η Πάνω Ζώδια βρίσκεται στα Ανατολικά των 2 αυτών ποταμών. Οι ποταμοί αυτοί είχαν νερό αλλά οι βροχοπτώσεις κατά την Άνοιξη στις νότιες περιοχές της Ζώδιας ήταν ιδιαίτερα ευεργετικές για τις καλοκαιρινές καλλιέργιες ενώ οι έντονες βροχοπτώσεις προκαλούσαν ζημιές. 

Εξούς και η φράση "Με τούν'τα νερά φέτη εγίναν μέλη οι παττίσιες"΄

Στην Ζώδια καλιεργούνταν οι ξηρικές καλιέργιες δηλαδή αυτές που ευδοκιμούσαν μόνο με τις βροχές του χειμώνα όπως είναι τα σιτηρά, το λινάρι, τα κουκιά, η αρτυσιά και άλλα ψυχανθή είδη. Στις περιοχές που αρδρεύονταν νερά που είχαν ο ποταμός Σερράχης στα αντολικά και οι ποταμοί της Ελίας και του Κουτραφά στα δυτικά κατά τους μήνες της Άνοιξης καλλιεργούνταν επίσης πεπόνια και καρπούζια.  

Γύρω στο 1930 άρχισε και η εξόρυξη για την εξέυρεση νερού με το σύστημα των λαγουμιών και η μεταφορά του σε σημεία που βοηθούσαν στην άρδευση της Ζωδιάτικης γής. 

Τα λαγούμια (απο την Τουρκική προέλευση lagim που σημαίνει σήραγγα) ή τρυπητές ήταν η εξόρυξη στην επιφάνεια νερού για αρδευτικούς σκοπούς πριν ο κόσμος αρχίσει τις διατρήσεις γύρω στο 1940 που ουσιαστικά έφερε λύση στο αρδευτικό πρόβλημα. Τα λαούμια ήταν σύστημα υπόγειων συνδεδεμένων διαδοχικών πηγαδιών τα οποία προμήθευαν τις κατοικημένες περιοχές για υδρευτικούς και αρδευτικούς σκοπούς. Ήταν μια μέθοδος διαδεδομένη απο την αρχαιότητα που εξελίχτηκε σε μελετημένη και οργανωμένη προσπάθεια υπόγειας μεταφοράς και παροχής  νερού σε περιοχές που πλήττοντα από λειψυδρία. Ουσιαστικά ήταν μια σειρά από λάκκους που απείχαν 70-80 πόδια  μεταξύ τους και ενώνονταν  στον πυθμένα με  σύραγγες.

Ξεκινούσαν  με τον «τζεφαλόλακο» που ήταν η αρχή των λάκκων και που ήταν και ο πιο βαθύς. Ακολουθούσαν οι άλλοι που τους ‘ενωναν  τα λαγούμια και που οδηγούσαν τελικά το νερό στην έξοδο, στο φάδι της επιφάνειας της γης , το λεγόμενο «πορτολάουμο»

Σήμερα τα λαγούμια διατηρούνται μόνο για ιστορικούς και αρχαιολογικούς σκοπούς. Τα σημαντικότερα βρίσκονται στην Τίμη, στο Πολέμι, στην Τερσεφάνου, στη Δερύνεια, στην Κατωκοπιά, στη Μόρφου και στην Λευκωσία τα πιο γνωστά λαγούμια ήταν αυτά του Αράπ Αχμέτ και Σιλικτάρ τα οποία μάλιστα χρησιμοποιούνταν για μεταφορά νερού μέχρι και πριν 35 χρόνια και στην Λεμεσό.



Για να εξασφαλίσει ένας δικαιώματα χρήσης νερού έπρεπε να αγοράσει μετοχές οι οποίες είχαν εκτίμηση τις 17 Λίρες έκαστη, που εθεωρείτο αρκετά ψηλό ποσό για την εποχή δεδομένο του ημεριμίσθιου όπως αναφέρουμε πιο πάνω αλλά το ποσό αυτό είναι ένα δείγμα το κόστους του έργου. 

Άρχισαν λοιπόν το 1930 με την ίδρυση εταιρείας,  οι προεργασίες για την αξιοποίηση των λαγουμιών.  Τα λαγούμια εξορύχθηκαν και ενώθηκαν υπογείως  για να μεταφέρουν το νερό σε ποσότητες 10 ιντζών σύμφωνα με τις τότε καταμετρήσεις.  Θετική η συμβολη της Α.Τ.Ε. στη προσπάθεια εξεύρεσης υπόγειων πηγών νερού.
Οι πρώτες εργασίες συμπληρώθηκαν το 1933 και συνεχίστηκαν μέχρι το 1950 στις περιοχές Κουτραφά (Δυτικά της Ζώδιας).  Η επίβλεψη των λαγουμιών που άρχισαν το 1931 και τελείωσαν το 1933 έγινε απο τον Ιωάννη Διάκο απο το Αργάκι.


Το 1933, βγήκαν στην επιφάνεια δυο σημεία πλησίον του δρόμου Κάτω Ζώδιας-Αργακίου, στις τοποθεσίες “Μαραθάσας” και “Ναός”. Η ποσότητα στην τοποθεσία Ναού ήταν λίγη εξούσους και στην επιφάνεια έτρεχεν το νερούδιν.  Η τοποθεσία “Μαραθάσας” στην Κάτω Ζώδια ήταν πλούσια.  Νερό ανευρέθηκε και στην τοποθεσία “Άγγουλος” πλησίον της Περιστερώνας. 
Το Δήμμα του Ναού
Ο "Ναός" ήταν ένα βαθύ αυλάκι-αγωγός που ξεκινούσε κοντά από το νεκροταφείο της Περιστερώνας πολύ κοντά στο βυζαντινό ναό των Αγίων Βαρνάβα και Ιλαρίωνος με κατεύθυνση από νότο προς βορά κατά μήκος της κοίτης του ποταμού Σεράχη διέσχιζε τα Περιστερωνίτικα χωράφια. Η διαδρομή αρχίζει να αλλάζει πριν την περιοχή της Κατζήλου και να ακολουθεί δυτική κατεύθυνση περνώντας μέσα από την Κατωκοπίτικη γη.  Κάπου κοντά στην γη της Μαζερής και ενώ η πορεία του ναού συνεχίζεται με δυτική κατεύθυνση περνώντας βόρια της περιοχής «Άγγουλος» με πορεία προς την Πάνω Ζώδια με ένα κάθετο "δύμμα" (δυσσιά) μέρος του αρδευτικού έργου ακολουθεί κάθετη βόρια διαδρομή προς Κατωκοπιά


No.438.
THE IRRIGATION (PRIVATE WATER) ASSOCIATION LAW.
26 cif 1049 ____34 of 1954 P.I. T/le Irrigation Association of Zodhia, Kat0 ( I ‘ Kalokerinon Neron Naou ” 7H/1‘)52. Waler) Rul~s1952.
It is notificd for information that at a meeting held the 24th day of May, 1959, the Irrigation Association of Zodhia, Kato (I ‘ Kalokerinon Neron Naou” Water) was dissolved pursuant to Rule 18 (4) of the Irrigation Association of Zodhia, Kat0 (I ‘ Kalokerinon Neroli Naou ” Water) Rules, 1952. (M.P. 150/5z.)

Έγιναν εξορύξεις σε ακόμα 2 περιπτώσεις. Μία στο ποταμό Κομήτη πλησίον του Αστρομερίτη το 1936 που εξευρέθη μικρή πηγή και ονομάστηκε ποϊνάρικο λόγο της μικρής ποσότητας του που μόλις που έγεμιζε μια ποδίνα και χανότανε μέσα στο αυλάκι λίγα μέτρα μακίαρ απο το σημείο εκβολής του και η δεύτερη το 1948 στο ποταμό του Κουτραφά που συγκέντρωνε νερό μόνο το χειμώνα για την άρδρευση της Έξω Γής.  Η επιτροπή του Αρδευτικού Συνδέσμου Κάτω Ζώδιας για εξόρυξη του νερού του Κουτραφά αποτελείτο απο τον Γεώργιο Χαραλάμπους Κούττουκο, Στυλλή Κτωρή, Πέτρο Κουντουρέσιη, Αριστόδημο Χατζηγιάννη και Φίλιππο Λοϊζου. 

Ήταν μέσα σε αυτή την περίοδο που άρχισαν να φυτεύονται οι 3 πρώτοι κήποι εσπεριδοειδων στην Κάτω Ζώδια στο δρόμο μεταξύ Κάτω Ζώδιας-Αργακίου που άνηκαν στον Δάσκαλο Ζηνωνη, στον Γεώργιο Βότση και στον Έφορο αργότερα Ηγούμενο Κύκκου.  

Η ποσότητα νερού δεν ήταν ικανοποιητιική και κάλυπτε μόνο ένα μέρος των εκτάσεων της γής, συγκεκριμένα 7,000 στρέμματα εκ του συνόλου των 30,000 στρεμάτων. όλες οι υπόλοιπες εκτάσεις γης δεν ήταν αρδεύσιμες. 

Μέχρι το 1950 λοιπόν οι μόνες πηγές άρδευσης που είχε η Ζώδια ήταν αυτές που μεταφέρθηκαν με τα λαγούμια και κάλυπταν ένα μόνο μέρος των εκτάσεων της Ζωδιάτικης γής.  Αρά δεδομένου ότι τα λαγούμια κάποτε θα στέρευαν, επιβάλλετο η εξέυρεση άλλων πηγών άρδευσης για διάσφάληση της της διατήρησης των ιδιοποιηθέντων απο πιθανή στέρεψη των υφισταμένων αλλά και για να αξιοποιηθεί και άλλη καλλιεργήσιμη γη.  Σταδιακά απο το 1950-1960 τα λαγούμια στέρεψαν. 



Δειγματοληψία εδάφους στην Ζώδια-Ιανουάριος


Με προγραμματισμένες ενέργειες οι Αγροτικές Οργανώσεις και ιδαίτερα η Α.Τ.Ε.-Π.Ε.Κ. εξασφάλισε κρατική βοήθεια και υπηρεσίες απο ειδικούς  για επισημάνσεις υπογείων πηγών νερού, την ταχεία έκδοση αδειών εξώρυξης και την παροχή επιχορηγημένων μηχανημάτων και τεχνικών μέσων για τους αγρότες σε μειωμένες τιμές. 

Οι αγρότες αξιοιοίησαν την ευκαιρία και μέσα σε λίγα χρόνια γίνονται γεωτρήσεις, ανορύξεις νερού σε διάφορα σημεία της Ζώδιας επεκτείνοντας έτσι την γόνιμη γή και αυξάνοντας την παραγωγή.

Περισυλλογή πορτοκαλιών σε πορτοκαλεώνες


Επίσης νέες τεχνολογίες είχαν εΙσαχθεί στην γεωργία όπως το όργωμα των χωραφιών, η σπορά και το ξερίζωμα το πατατών με τρακτέρ τα κομβάϊ (θεριστική-αλωνιστική μηχανή), κ.α. 

Μεταφορά με την χρήση τρακτέρ


Γύρω στο 1940 λοιπόν εμφανίζονται οι πρώτες διατρήσεις που φέρνουν στην επιφάνεια νερό. Οι διατρήσεις συνεχίζοναι και δίνουν την δυνατότητα την έκταση της καλιεργήσημης γής στη Ζώδια και την εμφάνιση άλλων καλοκαιρινών ειδών όπως το καρότο και εσπεριδοειδών. αι έτρεχε ολόκληρο το χρόνο αρδεύοντας χιλιάδες σκάλες γής στα ανατολικά και βόρεια. 


Μάζεμα Καρότων

Άρχισαν να καλιεργούνται λοιπόν εσπεριδοειδή κυρίως πορτοκάλια, μανταρίνια  και γκρέιπφρουτ, τα οποία ήταν φημισμένα σε ολόκληρη την Κύπρο. 



Η φύτευση εσπεριδοειδών ήταν έντονη με αποτέλεσμα η Ζωδιάτικη γή να μετατραπεί σε ένα απέραντο πορτοκαλεώνα απο τις παρυφες του Αστρομερίτη-, Κατωκοπιάς, Ακακίου μέχρι τις παρυφές του Μόρφου και του Νικήτα. 


Πείραμα σε εσπεριδοειδή στη Μόρφου

Αφού λοιπόν υπήρχαν  διατρήσεις, οι ποταμοί και άλλες πηγές νερού που έτρεχε και ήταν άφθονο και τα δέντρα ποτίζονταν και χόρταιναν. Το ίδιο και οι καρπουζιές και οι πεπονιές. Η σοδειές λοιπόν ήταν καλές και τα καρπούζια ζύγιζαν μέχρι 10 οκκάες. 

Από το 1950 λοιπόν και μετά όταν άρχισε η μηχανική πια άντληση του νερού το τοπίο στην ευρύτερη περιοχή Ζώδιας-Μόρφου-Αργακίου-Κατωκοπιάς αλλάζει. Οι φυτείες των εσπεριδοειδών αντικατέστησαν τον παραδοσιακό σιτοβολώνα, οι ανάγκες του νερού για το σύνολο της περιοχής αυξήθηκαν κατακόρυφα και το συνεταιρικό νερό δεν έφθανε για όλους. Μετά το 1960 είχε κατασκευαστεί και ο υδατοφράκτης του Μόρφου, ενώ ορισμένες περιοχές αντιμετώπιζαν ακόμη προβλήματα στην άρδευση. Ακόμα ένας υδατοφράκτης  των Μασάρων κατασκευάστηκε για τις ανάγκες ολόκληρης της περιοχής ο οποίος ολοκληρώθηκε τον Ιούνιο του 1973.



Φράγμα Μόρφου


Σιτηρέσιο-Γεύμα

Η διατροφή του αγροτικού κόσμου αποτελείτο συνήθως από τοπικά είδη και ξεροφαγία και κυρίως το σιτάρι και το κριθάρι που διαδραμάτιζε εξέχοντα ρόλο στην αγροτική ζωή. Εξούς 
και η φράση “το ψουμί εν συντροφκιά”

Το μπούκωμα (πρωινό) αποτελείτο από σιταρένιο ψωμί, κρεμμύδι, ραδίκια, μάγγαλους, κουκιά φρέσκα ωμά με τις ελιές, αγκινάρες, ντομάτες, αγγούρια, παντζάρια, ελιές και αργότερα με την καλλιέργεια τους προστέθηκαν και τα εσπεριδοειδή (πορτοκάλι). Τον χειμώνα ένα ποτήρι κρασί το πρωϊ θα τους κρατούσε ζεστούς καθόλη την διάρκεια της ημέρας. 

Οι βοσκοί χρησιμοποιούσαν την βούρκα ή αλλιώς δισάκι κατασκευασμένο από δέρμα ζώου κυρίως κατσίκας για να μεταφέρουν το φαϊ τους και οι αγρότες το καππακλί  ως αποθηκευτικό σκεύος. Μέσα λοιπόν είχαν το κατίκκι" (ξηρά τροφή για μεσημεριανό), μαύρες ελιές μέσα στο "μαλαθούρι" (κουτί καμωμένο από ποκαλάμες), λίγο ψωμί, κάποτε και χαλούμι, και νερό.
Τον Χειμώνα έπαιρναν μαζί τους λαρτί του χοίρου (στερεό λίπος) . Για κρέας ούτε λόγος αφού αυτό ήταν σπάνιο και τα ζώα συνήθως τα πωλούσαν ή τα μεγάλωναν για τις γιορτές ή για τον χειμώνα (σφάξιμο του χοίρου). Την Κυριακή αν έσφαζαν καμία όρνιθα από το κοτέτσι. Το  ζεστό φαγητό της προηγούμενης νύχτας θα ήταν τηγανιτές πατάτες με μαύρες ελιές και κρεμμύδια. 
Για δείπνο έτρωγαν συνήθως όσπρια,  και χόρτα σε σούπες, βραστά ή τηγάνιση με το λάδι της ελιάς το καλό όπως λουβιά, φρέσκα βραστά με κολότζιη, ξηρά ή με τηγάνιση, λουβόσουππα, αποξηραμένα μαυρομάτικα, κουκιά φρέσκα βραστά, ξηρά, ρεβίθια, φασόλια βραστά η γιαχνί, φασολάκι, κουνουπίδι, παντζάρια, κολοκύθια, καρότα, κολοκάσι, πούλλες, αγκινάρες γιαχνί, πάγκαλλοι, χωστές, στρουθούθκια, αγριοσπάναχο, μολόχες, λαψάνες, γλίντοι, γλυστιρίδα, κ.α. 




Εμπορία καρπουζιών και προϊόντων

Το εμπόριο των καρπουζιών και πεπονιών ήταν ευθύνη των τοπικών Αγροτικών Οργανώσεων της Ζώδιας (Σ.Π.Ε.-Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία και Π.Ε.Κ. Παναγροτική Ένωση Κύπρου) που ιδρύθηκαν απο το αγροτικό κινήμα. Μέλη της ήταν κάτοικοι της κοινότητας.  Οι αριστεροί-Λαϊκές Οργανώσεις (Ακελιστές) ήταν συνήθως γραμμένοι στην ΣΠΕ και οι δεξιοί στην ΠΕΚ (Πεκιστές) Παρόλο των παραταξιακό ανταγωνισμό εντούτοις, υπήρχε ένας ευγενής ανταγωνισμός απο τις 2 οργανώσεις για το ποιός θα εξυπηρετούσε καλύτερα τα μέλη του και θα εξασφάλιζε τις καλύτερες τιμές που είχε και ευεργετική επίδραση για τους αγρότες. Λειτουργούσαν επίσης Συνεργατικά Παντοπωλεία και αργότερα τράπεζες. 



Συνεργατικό Παντοπωλείο Πάνω Ζώδιας 1950-1960


Έκαστη Αγροτική Οργάνωση διευκόλυνε σε μεγάλο βαθμό τον αγροτικό κόσμο και τους κατοίκους με τη παραχώρηση δανείων (βερεσίε) που ουσιαστικά τους απάλλασε απο την αισχροκέρδια των τοκογλύφων και την εμπορία των προϊόντων τους, που τους απάλλασε απο τις εξευτελιστικές τιμές ορισμένων εμπόρων που ουσιαστικά τους ξεκλήριζαν. 




Το συσκευαστήριο εσπεριδοειδών στην Κάτω Ζώδια που άνηκε στην ΣΕΒΙΓΕΠ στο δρόμο Μόρφου –Καπούτι. Η φωτογραφία είναι όπως βρίσκεται σήμερα που λειτουργεί υπό την CypFruVex συμφερόντων του Ασίλ Ναδίρ

Επίσης τους παραχωρούσε λιπάσματα και άλλα γεωργικά είδη με πίστωση, γεγονός που τους διευκόλυνε να διεξάγει απρόσκοπα τις γεωργικές τους εργασίες.  

Γενικά ο Συνεργατισμός μεριμνούσε και έδειχνε έντονο ενδιαφέρον για την συγκέντρωση και διάθεση διαφόρων γεωργικών προϊόντων.
Οι Αγροτικές Οργανώσεις πρωτοπορούσαν και με κοινοπραξίες για την διάθεση των προϊόντων και σε καλύτερες τιμές πρός όφελος των αγροτών όπως η κοινοπραξία της ΑΤΕ-ΠΕΚ με την ονομάσία ΖΑΚΑΦ.  (Σύνδεσμος Ζώδιας, Αργακίου Κατωκοπιάς, Ακακίου, Φιλιάς).




Τα καρπούζια και τα πεπόνια έπρεπε να διατεθούν άμεσα μετά την ωρίμανση τους και την συγκομιδή τους.  Συγκεντρώνονταν λοιπόν κάθε καλοκαίρι μαζί με όλα τα είδη που παρήγαγε η Ζώδια και διαθέονταν είτε μέσω των φθαρτεμπόρων είτε απευθείας στους φθαρτοπώλες και στους καταναλωτές στις διάφορες πόλεις της Κύπρου. 

Οι αγρότες κουβαλούσαν με τα ζώα τους τα καρπούζια και τα πεπόνια απο τα μποστάνια τους. 

Για την Σ.Π.Ε. η συγκέντρωση των καρπουζιών και των πεπονιών γινότανε συνήθως σε ένα χωράφι του Βασίλη του Νικόλα, δίπλα στον κύριο δρόμο Μόρφου-Λευκωσίας απέναντι στο σπίτι του Χαράλαμπου Ξυδά. Η συγκέντρωση των πεπονιών και των καρπουζιών της ΠΕΚ γινότανε έξω απο το οίκημα της το οποίο άνηκε στην εκκλησία του Τιμίου Σταυρού.

Η συγκέντρωση απο τις Αγροτικές Οργανώσεις γινότανε σε ένα πρόχειρο καλύβη που έστηνα για να παρέχει σκιά για να ζυγιστούν και να καταγραφούν οι ποσότητες. 

Τα μέλη της επιτροπής ήταν εθελοντές με χαμηλό μεροκάματο και αποτελόυνταν απο τον Γραμματέα, 1-2 ζυγιστές. 1-2 εργάτες και 1-2 στις φορτοεκφορτώσεις. Ο Γραμματέας (ή ο ινσπέκτορας|inspector) σημείωνε τις ποσότητες που παράδωνε ο κάθε παραγωγός καθώς επίσης και τους λογαριασμούς απο τις πωλήσεις και τα λογιστικά.

Οι τοπικές οργανώσεις είχαν την φροντίδα να εξασφαλίσουν την έγκαιρη διάθεση των προϊόντων στις καλύτερες δυνατές τιμές  και ουσιαστικά την εξυπηρέτηση των παραγωγών. 

Η διάθεση των καρπουζιών και των πεπονιών γινότανε βάση του "Σχεδίου Φθαρτών" που λειτουργούσε μέχρι το 1950 μέσω του  Γραφείου Ελεγκτού Μεταφορών και Αγορών.

Η παραγωγή καρπουζιών, πεπονιών και εσπεριδοειδών σε μεγάλη κλίμακα που προοριζόταν για εξαγωγή και που γινόταν πάνω σε οργανωμένη βάση γινόταν μέχρι και το 1966 περίπου και την διαλογή την  συσκευασία και την μεταφορά τους στην Λεμεσό από όπου και γινόταν η εξαγωγή  τους  αναλάμβαναν τα τοπικά συσκευαστήρια  που λειτουργούσαν στο χωριό και που με την συνεισφορά τους στο τομέα τις εργοδότισης  στην διαλογή  των τοπικών αγροτικών προϊόντων όπως πατάτες , καρότα , παντζάρια, κ.α    διαμόρφωσαν την αγροτική και κοινωνική  ανάπτυξη του χωριού.





Πηγές φωτογραφικού υλικού:
Ιστολόγιο www.zodhia.blogspot.com |Ψηφιακές συλλογές βιβλιοθήκης ΤΕ.ΠΑΚ| Αρχείο Υπουργείου Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος-Τμήμα Γεωργίας | Αρχείο Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών | A. Χατζηστυλλή "Τα Εθνικόφρωνα Σωματεία στην Κάτω Ζώδια| Α. Γεωργίου " Οι Λαϊκές Οργανώσεις στην Ζώδια"